Παρασκευή 10 Μαρτίου 2017

Μετακομίσαμε...

Το παρόν κατάστημα θα κλείνει σιγά σιγά
και θα μεταφερθεί στο


Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ο Διάβολος πάνω σε Στρατσόχαρτο / 2η έκδοση... κυκλοφορεί

ISBN: 978-9963-2135-1-1
Αριθμός σελίδων: 72
Διαστάσεις: 23Χ15
ESD02
Σειρά Ποίηση
Μάρτης 2016

Αυτό το ποίημα είναι για σένα
           
Αυτό το ποίημα είναι για σένα
που τρελαίνεσαι πριν πέσεις στο κρεβάτι
και μουρμουράει η γυναίκα σου για τους απλήρωτους λογαριασμούς
και τρελαίνεται η μάνα σου για τις αδιόρθωτες συμπεριφορές σου
και σου μιλάνε οι φίλοι σου για τις ακάθαρτες σιωπές.
Αυτό το ποίημα είναι για ‘κείνους που μαύρισαν τα χέρια τους
και πίνουν ούζα στου καφενείου την πληρωμή,
που σταυρώνονται στους πάγκους για τρεις κι εξήντα
και τους γαμούν οι τράγοι της πολιτικής,
τα κωλόπαιδα με τις σιδερωμένες γραβάτες.
Αυτό το ποίημα είναι γι’ αυτούς που δεν καταλαβαίνουν
τους γραφιάδες των free press
‘κείνους που λέν’ τι όμορφα είναι τα βράδια της πόλης
γιατί ποτέ δεν άνοιξαν φάκελο με λογαριασμό
γιατί η μάνα ξεσκάτιζε τα βρακιά τους απ’ τα ερασιτεχνικά μεθύσια
και ο πατέρας φρόντιζε τα πλυμένα τους αρχίδια.
Αυτό το ποίημα είναι για τους μαλάκες ποιητές
που νόμιζαν πως τα λόγια είναι δυο ποτάμια.
Που δε ρόζιασαν ποτέ τους τις παλάμες
και γίνανε το λουρί ενός ατάλαντου.
Για τα Παρίσια τους
και τις αγύμναστες κωλοτρυπίδες τους
για τους μπαμπάδες στρατηγούς τους
και τις γιαγιάδες νταβατζήδες τους
για τα ποτά των 10 ευρώ τους στα μπαρ της γελοιότητας
για το βυζί της μάνας τους που έγινε εικονοστάσι
και τα ημερωμένα μεσημεριάτικα πρωινά τους
που δεν υπήρχε ποτέ το ξυπνητήρι.
Αυτό το ποίημα είναι για
τους πενηντάρηδες οικοδόμους
που πίνουν ό,τι βρουν μπροστά τους
μονάχα για να σταματήσουν τα χρόνια
και τις γυναίκες τους που μετράν τις δεκάρες στα μπακάλικα της γειτονιάς
μην τυχόν και φάνε ξύλο το βράδυ.
Αυτό το ποίημα είναι για τους χαρτογιακάδες
που έπιασαν τον παπά απ’ τα αρχίδια
και τους παπάδες που έγιναν αρχίδια.
Αυτό το ποίημα είναι για τούτη την πόλη
που δεν κατάλαβε ποτέ από που της ήρθε
και βολεύεται με τα ίδια σκατά
εδώ και κάποιες δεκαετίες
και θα βολεύεται για χρόνια ακόμη.
Καθώς οι σκύλες θα γαβγίζουν τα βράδια
οι μπεκρήδες θα μετράνε ατυχία
και τ’ αποτσίγαρα θα χορεύουν κλακέτες
πάνω στον ίδιο ρυθμό του θανάτου.
…………………………………………..

Εδώ και χρόνια εξαντλημένο το "Ο Διάβολος πάνω σε Στρατσόχαρτο", που είχε κυκλοφορήσει το 2009 από τις εκδόσεις Ενδυμίων, επανεκδίδεται μετά από απαίτηση πολλών εκεί έξω. Η 2η διορθωμένη έκδοση επανακυκλοφορεί με τρία επιπλέον πεζά. Ποιήματα μέσα από το βιβλίο χρησιμοποιήθηκαν σε θεατρικές παραστάσεις καθώς και σε μια συναυλία του Θάνου Ανεστόπουλου (Διάφανα Κρίνα) στο Gagarin 205. Δείτε το σχετικό link

Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Μακάριοι οι σκύλοι του οινοπνεύματος... γράφει ο Νίκος Ζιάκας

Φανταζόμουν πως αυτό τον τίτλο ο Γιάννης Ζελιαναίος τον σκέφτηκε σε κάποιο μπαρ κυριακάτικης αργίας, πίνοντας μ’ έναν φίλο, ή καλύτερα, μ’ έναν άγνωστο, όπως η Αρλέτα στο μπαρ το ναυάγιο. Αφού τα πιο πολλά τα είπανε τα βλέμματα και πλήρωσε τα ποτά του, τράβηξε για τη Κυψέλη, σ’ ένα σπίτι που χώρεσε μια ολόκληρη πόλη. Η πόλη είναι ήχοι κυρίως, αφού όπως προχωράς το μόνο που κοιτάς είναι τα πόδια σου αλλά ταυτόχρονα ακούς τα πάντα. Ήχοι όπως το κλείσιμο του ταμείου στο μπακάλικο, το καζανάκι που τρέχει, τ’ αυτοκίνητα που μαρσάρουν μπόσικα για το λειψό τους αντριλίκι και η ομορφιά μιας γυναίκας στη σιωπή της! Ξέρει πως ο νέος χρόνος δεν θα μοιάζει με μια μπουγάδα που αναστενάζει μαλακτικό αλλά θα έχει την ίδια βρώμα που μαστίζει τη πόλη εδώ και κάτι δεκαετίες.

Τί είναι η ποίηση λοιπόν;

Δεν ξεγελιέται από αυτό το ερώτημα. Είναι ο κύριος λόγος για να βγάλεις την επόμενη μέρα, η άδεια θαλάμη που δεν περίμενες πως θα πετύχεις σε μια στημένη ρώσικη ρουλέτα και το φωτοστέφανο πάνω από τα κεφάλια των Πολωνών, αυτών που τους έφτυσε η κοινωνία μπεκρήδες κι απόκληρους στο πέρασμα από τη Σκύρου. Τα υπόλοιπα είναι για κατανάλωση από τους μπουρζουάδες κριτικούς της λογοτεχνίας και τα κρατικά χαριεντίσματα πίσω από το προσωπείο του εναλλακτικού. Φύσει αναρχικός, δεν χρειάζεται μια μαύρη παντιέρα ή κάποιο τσιτάτο αλλά του αρκεί η πίστη σ’ ένα τελευταίο φιλί στα μάτια της τρέλας, ένας φίλος που του λέει «Βάστα» κι ας είναι κάτι χιλιόμετρα που τους χωρίζουν. Ξέρει πως είναι ο καθρέφτης μιας κοινωνίας που κρύβεται σε καλοσιδερωμένες γραβάτες με νεγκλιζέ ηθική γι αυτό γυρίζει ανάποδα τον μαύρο άσσο του στο τραπέζι της πόκας και παίζει μπόμπα χαρακίρι με τον εαυτό του. Η ζωή δεν συμβαίνει στα μπαρ της απόγνωσης ούτε μετριέται με αδικοχαμένους έρωτες. Η ζωή έχει για σπίτι ένα χαρτόκουτο και μισό λίτρο κονιάκ στη Πατησίων, σπονδή για όσους είναι αόρατοι από των υπολοίπων τα μάτια. Η Ζωή ήταν ποίημα τελικά κι εκείνος την έκανε κορίτσι.

Ήρεμος και μεθυσμένος πια δεν ψάχνει για το Θεό. Γνωρίζει πως τη Μεγάλη Άρκτο φόρεσε θηλιά στο λαιμό κι αυτοκτόνησε για τον απόπατο που έφτιαξε.

Τώρα ξέρει, και ξέρουμε, πως οι μακάριοι σκύλοι του οινοπνεύματος δεν είναι τα λόγια κάποιου που έψαξε το Θείο, αλλά τα λόγια του Διαβόλου πάνω σε στρατσόχαρτο και μιας πρόκας η πνιγερή σιωπή.

Αμήν!

Φωτογραφία αγνώστου αναγνώστη του βιβλίου

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Πολύ ποτό κι απόψε

Μες στο πυρομάνι της σοδειάς
και του νεκρού το άναμμα στη πρωινή την μπύρα.
Θέλω να σπείρω για τα μπουκάλια σου που ‘μειναν στην κουζίνα.
Τα λόγια είναι πια νυχτερινή υπόθεση.
Το στυλ κρατιέται σαν της νύχτας το περπάτημα,
την πατημασιά της γάτας,
την ακρόαση,
τα δύο χείλη στο δαχτυλίδι του οινοπνεύματος,
τ’ ακροδάχτυλα στου σπέρματος τη φλόγα,
το στοίχειωμα που κούρνιαξε
και δεν του είπε τίποτα το κορμί σου.
Ένα δάκρυ ήταν η γνώμη μου και θυμάμαι που άναβα
με του νεκρού πατέρα το τσιγάρο.
Κι άλλα τραγούδια λοιπόν.
Πολλά τραγούδια.
Οι κλασικοί μ’ ένα κωλοδάχτυλο στην τρύπα τους.
Οι γυναίκες με λαμπερά φουστάνια.
Σιχάθηκα να φυσάω το μπουκάλι για τη λήθη μας.
Πάντα μόνος είσαι.
Ας πιούμε λοιπόν μπύρα.
Η ζωή δεν έχει άλλο καπάκι.
Θα στρίψουμε το επόμενο νόμισμα,
θ’ ακούσουμε τα καινούργια φτερά,
δεν θα φορέσουμε άλλα καπέλα,
γίνηκαν τα καλούπια των γελοίων.
Έλα εδώ.
Μύρισε τούτο το αλάτι.
Στείλε κενό το γράμμα.
Ξόρκισε το επόμενο ξόδι.
Άσε τις ευτυχισμένες γυναίκες να κοπάσουν στη φωνή τους.
Η ποίηση ήταν στ’ αλήθεια κάνα δυο ονόματα.
Πνιγμένος σ’ ενός κεριού πρόσχαρου τα συχωρεμένα.
Μια ζωή το πρόβλημα ήταν να εκτεθείς.
Είτε είσαι ποιητής
ή κηπουρός
ή θεραπευτής
ή χασάπης.
Το ξόρκι θα είναι πάντα το ίδιο.
Αν θες να ξεφύγεις μάθε να μένεις σ’ ένα δωμάτιο.
Οι περισσότεροι άνθρωποι τρελαίνονται γιατί σκέφτονται άλλο ένα καλύτερο γαμήσι.
Στέκεσαι στη πόρτα και το ξόρκι είναι εκεί.
Ακούς την ίδια μουσική,
ξεσκαρτάρεις το γνώριμο χειμώνα,
βάζεις τόνους στις ίδιες επιστροφές.
Δε μπορώ πια να γυρίσω σπίτι
γιατί το σπίτι είναι ένα κομμάτι χαρτί.
Δε μπορώ να κάνω έρωτα,
είδα τα πάντα να γαμιούνται.
Τι να δεις πια στο σκληρό χαρτί.
Όλες οι αηδίες που πρέπει να γράψεις,
όλα τα χέρια που μένουν ν’ αγγίξεις.
Ξύνω γυαλιά μπας και με δει το φως.
Στέκομαι σιμά στο φως μπας και η φωτογραφία δείξει.
Η ευκαιρία ξεπερνάει την κίνηση
κι εννοώ την ώρα που αρπάζεις καθώς χαϊδεύεις τα μαλλιά σου.
Νιώθω παγωμένος.
Γερνάω κι άλλο.
Δεν παν’ να γαμηθούν τα δεδομένα.
Δε θυμάμαι τι ώρα μου είπε πως είναι.
Ποίηση είναι να μην το παίζεις ποιητής.
Ποιητής είναι να στέκεσαι όρθιος
την ώρα που αντιμετωπίζεις χίλιους δυο μισάνθρωπους.
Ποιητής είσαι σα νιώθεις τα κρύα χέρια
και δεν αποδιώχνεις τη μνήμη.
Όταν βλέπεις το χώμα να σε πλακώνει
και δεν παίρνεις κανέναν τηλέφωνο.
Σαν περιμένεις και δεν φοράς τιράντες να σε κρατούν στο χώμα.
Σαν κάτι κρόταφοι αμακιγιάριστοι
με τα νύχια τους άκοπα στα πόδια
και τη μουσική των γραφτών τους
την πιο τρανή θηλιά.
Ποίηση είναι να κουβαλάς γράμματα μέσα σ’ εποχές χαμένες.
Να στέκουν τα μάτια σου λαβωμένα λάφυρα,
στ’ αναχώματα της σαπισμένης σοδειάς.
Ποίηση είναι
πολύ ποτό κι απόψε.

Φώτο: Σύνθημα σε τοίχο κάπου στο Νέο Κόσμο 
παρμένο μέσα από το συγκεκριμένο ποίημα.

Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

Μακάριον το νέο έτος...


Οι «Μακάριοι οι σκύλοι του οινοπνεύματος» στις 4+1 ποιητικές συλλογές του 2015 όπως τις επέλεξε ο ποιητής Σωτήρης Παστάκας για το λογοτεχνικό site poiein.gr


Όλο το άρθρο ΕΔΩ