Σαν γράφεις ένα
ντε και καλά
ποίημα
νιώθεις πως
συμβαίνει κάτι
κάτι που έχεις
την εντύπωση
πως θα σώσει
την απώλεια
το πόνο
τ’ αξεκαθάριστα
ρημάδια
που κάποτε
μάζευαν στις σκάλες
τα γυαλιά τους
για σένα.
Γράφεις
χωρίς να θυμάσαι
τι ήθελες ακριβώς
να κάνεις
είναι γιατί
έχεις συνηθίσει
τις σκάλες
τα γυαλιά
την απώλεια
τον πόνο
κι όλα τα
υπόλοιπα σκατά
που λατρεύουν να
διαβάζουν
οι αναγνώστες
της ποίησης
και ανεβάζουν
στο φέσιμπουκ
κάθε τρεις και
λίγο.
Το μόνο που σε
ενδιαφέρει
είναι να το εντυπωσιάσεις
στο ίντερνετ
να νιώσεις
οκάδες γραφιάς
στυγερή σκάλα
γυαλί πόνος
και βολεμένη
θύμηση
που τα like
και τα σχόλια
στη γιορτή
θα παίξουν το
κομμάτι τους
όμορφα κι ωραία.
Όταν γράφεις ένα
ποίημα τελικά
θυμήσου να
δουλεύει
ο κομπιούτερας
καλά
να ναι γερή η
σύνδεση
το αντίπαλο δέος
να βρίσκεται μια
νύχτα μακριά
και με τον έναν
ή τον άλλο τρόπο
να χεις καβάτζα
μια ποιητική
συλλογή
ολίγον φύση
και το τηλέφωνο
του ψυχιάτρου
στη δεξιά
κολότσεπη.
Ο τρόμος μοστράρει
αγάπη μου
ο οποιοσδήποτε τρόμος