Αρκετά χρόνια πίσω και πριν ξεκινήσει την δισκογραφική της καριέρα με το καθοριστικό άλμπουμ «Horses» του 1975, η Patti Smith διάβηκε τα μονοπάτια της ποίησης για να μην τα αποχωριστεί ποτέ. Από το ντεμπούτο της μέχρι το φετινό «Banga» που κυκλοφόρησε πριν από κάτι μήνες και το βάπτισμά του πήρε από τον σκύλο του Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ στο βιβλίο «Ο Μαιτρ και η Μαργαρίτα», η «γιαγιά του punk» δεν σταμάτησε ποτέ να έχει ποιητικές και λογοτεχνικές αναφορές μέσα στα τραγούδια της. Συνδέθηκε μες στα χρόνια φιλικά με τους William S. Burroughs, Allen Ginsberg, δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη της για την ποίηση του Arthur Rimbeaud και του William Blake ενώ οι απαγγελίες ποιημάτων της στα διάφορα live που έκανε και κάνει ήταν αναπόσπαστο κομμάτι των εμφανίσεών της. Μια λίστα με τα βιβλία που έχει εκδώσει μπορείτε να βρείτε ΕΔΩ ενώ λέω να γυρίσω τον χρόνο αρκετά χρόνια πριν και τότε που ξεκίνησαν όλα.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 η Patti Smith μετακόμισε στην Νέα Υόρκη για να συγκατοικήσει με τον περίφημο φωτογράφο Robert Mapplethorpe. Ο τελευταίος έγινε γνωστός αργότερα για τα ασπρόμαυρα πορτραίτα διάσημων μουσικών που τραβούσε καθώς και τις φωτογραφήσεις αντρικών γυμνών την δεκαετία του ’80. Άλλωστε ήταν εκείνος ο υπεύθυνος για την φωτογράφηση του εξωφύλλου του «Horses» όπου απεικονίζει την Patti Smith να κρατά το μαύρο σακάκι της και να κοιτά αγέρωχα μπροστά στο φακό. Για την ιστορία να αναφέρουμε πως 21 χρόνια μετά και στον δίσκο της «Gone Again» η Smith ξαναφωτογραφίζεται κρατώντας πάλι στον ώμο της ένα μαύρο σακάκι, αλλά αυτή τη φορά σε αντίθεση με το Horses» το κεφάλι της είναι σκυμμένο προς τα κάτω, τα πάντα είναι μαύρα και ακολουθούν τους θανάτους του άντρα της Fred Smith, του αδερφού της, του Mapplethorpe, του Kurt Cobain και του αδικοχαμένου Jeff Buckley καθώς κι όλων εκείνων των φίλων που έφυγαν από δίπλα της και «στοίχειωσαν» έναν από τους καλύτερους δίσκους της καριέρας της. Επιστροφή και πάλι λοιπόν στα τέλη των sixties και η Patti Smith ξεκινά να αποκτά μια φήμη στους τότε λογοτεχνικούς νεοϋορκέζικους κύκλους με το άγριο, χιμαιρικό γράψιμό της, και την αντισυμβατική γνησιότητά της. Θα γνωριστεί με τον σπουδαίο θεατρικό συγγραφέα και ηθοποιό Sam Shepard και μαζί θα γράψουν αλλά και θα παίξουν το 1971 σε underground θεατρικές σκηνές το «Cowboy Mouth». Είναι η ιστορία ενός «παρανοϊκού» ζευγαριού που ζουν μαζί μέσα στην αμαρτία και στις παλαβές σκέψεις που κρύβονται μέσα στα κεφάλια τους. Ένα έργο που στην ουσία μιλάει για το «αμερικανικό όνειρο» και την απόλυτη αποχαύνωση που προσφέρει σε κάθε πολίτη. Η Patti Smith παράλληλα ξεκινά να κυκλοφορεί ποιήματά της σε μικρούς εκδοτικούς οίκους και μαζί με τα διάφορά της άρθρα – κριτικές για την ροκ κουλτούρα εξαπλώνει την φήμη του κοριτσιού με την οργιαστική πέννα και το αγοροκοριτσίστικο παρουσιαστικό.
Είναι το 1971 και η μια βραδιά απαγγελίας ποίησης στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Νέα Υόρκη θα σηματοδοτήσει το ξεκίνημα των πάντων για την Patti Smith. Ο κιθαρίστας και τότε ροκ κριτικός γραφιάς Lenny Kaye θα συνοδεύσει εκείνη τη βραδιά την Smith σε τρία τραγουδοποιήματα. Οι δυο τους θα δουν πως έχουν μια σπάνια χημεία μεταξύ τους καθώς και τα ίδια ακούσματα. Δυο χρόνια αργότερα θα βρεθούν και πάλι μαζί πάνω στη σκηνή για μια συναυλία φόρο τιμής στον Αρθούρο Ρεμπώ. Το ιδανικό «πάντρεμα» ήταν εκεί και το ξεκίνημα που θα έφερνε τις κατοπινές ποιητικές μουσικοραφές, τα οργιώδη κυλίσματα στο πάτωμα του ιστορικού club CBGB κι όλα εκείνα που μας χάρισε και μας χαρίζει η «γιαγιά του πανκ» είχαν βάλει μπροστά. Το 1974 θα έρθει να κάτσει στα πλήκτρα και ο Richard Sohl για να ολοκληρωθεί η πρώτη μορφή της μπάντας ενώ όλα τα υπόλοιπα από εκεί και πέρα είναι μια γνωστή και παιδεμένη μουσική ιστορία που συνεχίζει να απαγγέλει στίχους, να μακελεύει ήχους και καμιά φορά, αν όχι πάντα, να χτυπιέται στους τοίχους.
Κατέβασε ΕΔΩ εκείνη την ιστορική βραδιά του 1971 και άκου από κάτω το Constantine’s Dream από το φετινό Banga που περιγράφει το όνειρο του εν λόγω κυρίου που απεικονίζεται στον διάσημο πίνακα του Pierro della Francesca.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 η Patti Smith μετακόμισε στην Νέα Υόρκη για να συγκατοικήσει με τον περίφημο φωτογράφο Robert Mapplethorpe. Ο τελευταίος έγινε γνωστός αργότερα για τα ασπρόμαυρα πορτραίτα διάσημων μουσικών που τραβούσε καθώς και τις φωτογραφήσεις αντρικών γυμνών την δεκαετία του ’80. Άλλωστε ήταν εκείνος ο υπεύθυνος για την φωτογράφηση του εξωφύλλου του «Horses» όπου απεικονίζει την Patti Smith να κρατά το μαύρο σακάκι της και να κοιτά αγέρωχα μπροστά στο φακό. Για την ιστορία να αναφέρουμε πως 21 χρόνια μετά και στον δίσκο της «Gone Again» η Smith ξαναφωτογραφίζεται κρατώντας πάλι στον ώμο της ένα μαύρο σακάκι, αλλά αυτή τη φορά σε αντίθεση με το Horses» το κεφάλι της είναι σκυμμένο προς τα κάτω, τα πάντα είναι μαύρα και ακολουθούν τους θανάτους του άντρα της Fred Smith, του αδερφού της, του Mapplethorpe, του Kurt Cobain και του αδικοχαμένου Jeff Buckley καθώς κι όλων εκείνων των φίλων που έφυγαν από δίπλα της και «στοίχειωσαν» έναν από τους καλύτερους δίσκους της καριέρας της. Επιστροφή και πάλι λοιπόν στα τέλη των sixties και η Patti Smith ξεκινά να αποκτά μια φήμη στους τότε λογοτεχνικούς νεοϋορκέζικους κύκλους με το άγριο, χιμαιρικό γράψιμό της, και την αντισυμβατική γνησιότητά της. Θα γνωριστεί με τον σπουδαίο θεατρικό συγγραφέα και ηθοποιό Sam Shepard και μαζί θα γράψουν αλλά και θα παίξουν το 1971 σε underground θεατρικές σκηνές το «Cowboy Mouth». Είναι η ιστορία ενός «παρανοϊκού» ζευγαριού που ζουν μαζί μέσα στην αμαρτία και στις παλαβές σκέψεις που κρύβονται μέσα στα κεφάλια τους. Ένα έργο που στην ουσία μιλάει για το «αμερικανικό όνειρο» και την απόλυτη αποχαύνωση που προσφέρει σε κάθε πολίτη. Η Patti Smith παράλληλα ξεκινά να κυκλοφορεί ποιήματά της σε μικρούς εκδοτικούς οίκους και μαζί με τα διάφορά της άρθρα – κριτικές για την ροκ κουλτούρα εξαπλώνει την φήμη του κοριτσιού με την οργιαστική πέννα και το αγοροκοριτσίστικο παρουσιαστικό.
Είναι το 1971 και η μια βραδιά απαγγελίας ποίησης στην εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Νέα Υόρκη θα σηματοδοτήσει το ξεκίνημα των πάντων για την Patti Smith. Ο κιθαρίστας και τότε ροκ κριτικός γραφιάς Lenny Kaye θα συνοδεύσει εκείνη τη βραδιά την Smith σε τρία τραγουδοποιήματα. Οι δυο τους θα δουν πως έχουν μια σπάνια χημεία μεταξύ τους καθώς και τα ίδια ακούσματα. Δυο χρόνια αργότερα θα βρεθούν και πάλι μαζί πάνω στη σκηνή για μια συναυλία φόρο τιμής στον Αρθούρο Ρεμπώ. Το ιδανικό «πάντρεμα» ήταν εκεί και το ξεκίνημα που θα έφερνε τις κατοπινές ποιητικές μουσικοραφές, τα οργιώδη κυλίσματα στο πάτωμα του ιστορικού club CBGB κι όλα εκείνα που μας χάρισε και μας χαρίζει η «γιαγιά του πανκ» είχαν βάλει μπροστά. Το 1974 θα έρθει να κάτσει στα πλήκτρα και ο Richard Sohl για να ολοκληρωθεί η πρώτη μορφή της μπάντας ενώ όλα τα υπόλοιπα από εκεί και πέρα είναι μια γνωστή και παιδεμένη μουσική ιστορία που συνεχίζει να απαγγέλει στίχους, να μακελεύει ήχους και καμιά φορά, αν όχι πάντα, να χτυπιέται στους τοίχους.
Κατέβασε ΕΔΩ εκείνη την ιστορική βραδιά του 1971 και άκου από κάτω το Constantine’s Dream από το φετινό Banga που περιγράφει το όνειρο του εν λόγω κυρίου που απεικονίζεται στον διάσημο πίνακα του Pierro della Francesca.