Έβλεπα χθες το βράδυ ξανά την υπέροχη ταινία του Paul Thomas Anderson, Magnolia όταν ένας από τους «καταδικασμένους» χαρακτήρες της ξεστόμιζε την για πάντα χαραγμένη ατάκα στο φανταστικό βιβλίο της ζωής πως: «Μπορεί εμείς να έχουμε ξεμπερδέψει με το παρελθόν, αλλά το παρελθόν δεν έχει ξεμπερδέψει ακόμα μαζί μας». Κάπως έτσι πρέπει να αισθανόταν για το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του ένας από τους καλύτερους ποιητές της Σλοβενίας αφού στα χρόνια των ταφών του δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, έχασε πατέρα και τα δυο αδέρφια του βάζοντάς τον για πάντα σε μια ρούγα φόβου και θανατικού για πολλά χρόνια. Γεννημένος τον Οκτώβρη του 1929 ο Dane Zajc μετά από τον θάνατο των δικών του παράτησε το σχολείο συνεχίζοντάς το λίγα χρόνια αργότερα και μετά το τέλος της Δεύτερης Μεγάλης Παραφροσύνης. Αποβλήθηκε κάμποσες φορές από το γυμνάσιο, φυλακίστηκε σε αναμορφωτήρια για τις πολιτικές του πεποιθήσεις κι όταν τελικά το 1958 κατάφερε να τελειώσει το άχαρο διδακτήριο μέσα από ιδιωτικά μαθήματα, δεν του επιτράπηκε ποτέ να σπουδάσει στο κολέγιο. Είναι εκεί που αρχίζει να γράφει ποιήματα προϋπαντώντας την ενηλικίωση με στίχους άμεσους, μεταφορές δικασμένες από τις προσωπικές του σκιές και γλώσσα σκληρά συναισθηματική να μολογάει μέσα από φανταστικές μουσικές. Κάπου αργότερα και μεγαλώνοντας πια έρχεται ο σαρκασμός, το μαύρο χιούμορ ανάμεσα στις γραμμές ξεμπερδεύει με το παρελθόν και τις τραυματικές εμπειρίες του χαμού. Τα θανατηφόρα ζωντανά του κόσμου παίρνουν τις θέσεις των ανθρώπων. Κοράκια και σκορπιοί έρχονται να κάτσουν για τα καλά πάνω στο χαρτί και το ανθρώπινο είδος θα κατασπαραχτεί μέσα από την ποίηση του Dane Zajc διαβαίνοντας πάνω σε μια τριχιά που χωρίζει το υπαρξιακό από το σουρεαλιστικό, ενώ την ίδια στιγμή το θύμα μπορεί κάλλιστα να γίνει κι ο εκτελεστής.
Λίγο μετά τα εγκαίνια μιας καινούργιας χιλιετίας, ο περιπλανώμενος συνθέτης και τραγουδιστής των Walkabouts, Chris Eckman, παίρνει το νοματιό του και από την ηλιόλουστη Πορτογαλία αποφασίζει να μετακομίσει στην γκρίζα Σλοβενία. Μια βραδιά και σ’ ένα μπαρ κοντά στο κέντρο της Λιουμπλιάνα, ένας φίλος του κάνει δώρο μια συλλογή ποιημάτων, (Barren Harvest), του Dane Zajc, μεταφρασμένα στα Αγγλικά. Ο Eckman βρίσκει στην ποίηση του Zajc βίαιες αποδράσεις, νυχτώβιες ώρες και μια ήσυχη αίσθηση της απώλειας. Τραχιά συναισθήματα και καταστάσεις που κι ο ίδιος έχει ξεβγάλει με τις μουσικές του σε ανύχτωτες πανδαισίες. Αποφασίζει να μελοποιήσει τους στίχους και αποφασίζει να το κάνει μαζί με τον ποιητή. Ξεκινούν να δουλεύουν αλλά δυστυχώς τον Οκτώβρη του 2005 ο Zajc πεθαίνει από καρκίνο αφήνοντας πίσω του μια ποιητική κληρονομιά – τροφή για τις επόμενες γενιές. Ο Eckman παρατάει προσωρινά το όλο project, συνεχίζει να ζει στους δρόμους που περπάτησε ο αγαπημένος του ποιητής και το 2008 αποφασίζει με πλήρη ευθύνη κι απόλυτη προσήλωση να ολοκληρώσει το άλμπουμ που πάλευε τρία χρόνια. Ο δίσκος που ονομάστηκε The Last Side of the Mountain και κυκλοφόρησε στα μέσα της προηγούμενης χρονιάς έμελλε να στήσει ένα μουσικοποιητικό ξημέρωμα φτιασιδωμένο από μια ποίηση και μια μουσική όπου το παρελθόν δεν ξεμπέρδεψε ακόμα μαζί της.
υ.γ. Δεν γνωρίζω αν έχει κυκλοφορήσει κάτι από τις εγχώριες εκδόσεις για τον ποιητή. Το μόνο που βρήκα στα κιτάπια μου είναι το παρακάτω ποίημά μεταφρασμένο από τον Κώστα Αρσάκη.
Dane Zajc…Όλα τα πουλιά
Όλα. Όλα, είπανε τα κοράκια στο σκοτάδι.
κάποιον, στον κήπο, να σκοτώνει τα πουλιά μου.
Και τώρα ξέρω
πως δε θ’ ακούω το πρωί
τραγούδια πια,
κι ένιωσα θλίψη στην ψυχή μου.
Κι αισθάνθηκα
να χτυπούν τριγύρω μου
μαύρες φτερούγες
και να με κοιτούν
κίτρινα μάτια κόρακα.
Τι με κοιτάς, κοράκι, ρώτησα.
Δεν κρύβω μέσα μου κοράκια.
Θα τα σκοτώσω όλα, απαντά.
πως κάποια νύχτα ίσως
μες’ στο σκοτάδι
θα με ξεσκίσει,
ψάχνοντας με το όλο μανία ράμφος του,
αν μέσα μου κουρνιάζουνε πουλιά.
κίτρινα μάτια κόρακα.
Κάτι ξεσκίζει την ψυχή μου,
που μοιάζει με σφαγμένο πια πουλί.
Όλα τα πουλιά, φώναζαν οι κόρακες
Κάτω απ’ το σκοτεινό ουρανό.
Εδώ όλο το The Last Side of the Mountain