Ἐγώ δ’ ἔσοπτρον εἴην,
ὅπως ἀεί βλέπῃς με.
Ἐγώ χιτών γενοίμην,
ὅπως ἀεί φορῇς με.
Ὕδωρ θέλω γενέσθαι,
ὅπως σε χρῶτα λούσω.
Μύρον, γύναι, γενοίμην
ὅπως ἐγώ σ’ ἀλείψω .
Καί ταινίη δέ μαστῶν ,
καί μάργαρον τραχήλῳ.
Καί σάνδαλον γενοίμην
μόνον ποσίν πάτει με.
...
Κι εγώ καθρέφτης να 'μουνα
για να με βλέπεις πάντα.
Εγώ χιτώνας να γενώ,
πάντα να με φορείς.
Νεράκι θέλω να γινώ,
το σώμα σου να λούσω.
Μύρο, γυναίκα, να' μουνα
να σε αλείψω εγώ.
Στο στήθος σου στηθόδεσμος,
κολιέ μαργαριτάρι.
Σαντάλι σου, εμένανε
μονάχα να πατάς.
Σημείωση:Το ποίημα στα αρχαία ελληνικά περιέχεται στην έκδοση Αρχαίοι Λυρικοί-Μελικοί, εκδ. Άγρα στα Ανακρεόντεια αρ.18. Η παραπάνω μετάφραση όμως , είναι του Ναυτίλου. Το εικαστικό θέμα είναι έργο της Σοφίας Λασκαρίδου (1882-1965) με τίτλο "μπροστά στο τζάκι".
αναδημοσίευση από το ιστολόγιο του ναυτίλου